e/el/Διαφορές οργανικών και ανοργάνων ενώσεων

New Query

Information
instance of(noun) (chemistry) a substance formed by chemical union of two or more elements or ingredients in definite proportion by weight
chemical compound, compound
Meaning
Modern Greek (1453-)
has glossell: |border="1" align="center" cellpadding="2" |-style="background:#ffdead" align="center" |Οργανικές ενώσεις||Ανόργανες ενώσεις |-align="center" |Οι περισσότερες είναι ομοιοπολικές ενώσεις.||Οι περισσότερες είναι ιοντικές ενώσεις. |-align="center" |Ευπαθείς σε υψηλές θερμοκρασίες και στην επίδραση ισχυρών οξέων και βάσεων. ||Ανθεκτικές σε υψηλές θερμοκρασίες, και στην επίδραση ισχυρών οξέων και βάσεων. |-align="center" |Χαμηλό σημείο βρασμού (σ.β) και τήξης (σ.τ.) με μεγάλες τάσεις ατμών||Υψηλό σημείο βρασμού και τήξης με μικρές τάσεις ατμών. |-align="center" |Διαλύονται κυρίως σε οργανικούς διαλύτες||Διαλύονται κυρίως σε ανόργανους διαλύτες |-align="center" |Δίνουν αντιδράσεις μοριακές, αργές, κατά κανόνα αμφίδρομες και συχνά πολύπλευρες με διαφορετικά προϊόντα||Δίνουν αντιδράσεις ιοντικές, ταχείες, κατά κανόνα μονόδρομες και όχι πολύπλευρες με συγκεκριμένα προϊόντα.
lexicalizationell: Διαφορές οργανικών και ανοργάνων ενώσεων
lexicalizationell: Διαφορές οργανικών και ανόργανων ενώσεων

Query

Word: (case sensitive)
Language: (ISO 639-3 code, e.g. "eng" for English)


Lexvo © 2008-2025 Gerard de Melo.   Contact   Legal Information / Imprint